Οι Αποκριάτικες γιορτές και εκδηλώσεις στη Ζάκυνθο έχουν ιστορία τεσσάρων περίπου αιώνων και μας έρχονται από τη Βενετία στην εποχή της Ενετοκρατίας. Αρχικά το "προσωπιδοφορείν" επιτρεπόταν σ'όλη τη διάρκεια του έτους, αλλά εξαιτίας κάποιων σκανδάλων ,απαγορεύτηκε αυστηρά και περιορίστηκε από την επομένη των Θεοφανείων μέχρι την Κυριακή της Τυρινής. Η
Ιόνιος Κυβέρνηση εξαιτίας των οργίων,που γίνονταν στη διάρκει των Απόκρεω,τις περιόρισαν τις δύο τελευταίες εβδομάδες.Μετά την Ένωση της Επτανήσου προστέθηκε μία ακόμα εβδομάδα,αυτή του Ασώτου,αλλά η απόπειρα αυτή απέτυχε.
Το Καρναβάλι τελικά διαρκεί δεκαπέντε μέρες που ορίζονται ανάμεσα στις Κυριακές του Ασώτου ή Γουρουνοκυριακή, των Απόκρεω και της Τυρινής.
Κατά τη διάρκεια του Καρναβαλιού η διαστρωματωμένη κοινωνία εκείνης της εποχής,καταρρίπτει όλους τους περιορισμούς. Άντρες και γυναίκες,ποπολάροι και ευγενείς γίνονται όλοι ίσοι και διασκεδάζουν με κοινό παρονομαστή, τη όπερα,τη μάντσια και τις σερενάτες.
"Στο συρτάρι του κομμού της πιο φτωχειάς Ζακυνθινιάς,σ'ένα μπογαλάκι κρυμμένο έξω από "τα προικιά", που με τόσο κόπο φαίνει ολοχρονικής, θα βρείτε την κλασική "σκευή",το μαύρο μεταξωτό ντόμινο,ένα ζευγάρι μεταξωτές κάλτσες,λουστρίνια σκαρπίνια και τη "μωρέττα",τη μάσκα, όλες το ίδιο!"(Διονύσης Ρώμας)
Φορώντας τη μπαρμπούτα( είδος προσωπίδας,πέπλου,καλυπτρας) τη μπαούτα (είδος μαύρου μανδύα,μακριού και μεταξωτού με μπέρτα και κουκούλα στο κεφάλι, που σκέπαζε το τρικαντό) και τη μωρέττα-μάσκα,γυναίκες και ανδρες, οι ¨"μάσκαρες¨"και οι "ντετόροι" ξεχύνονται στους δρόμους της πόλης,επισκέπτονται τα φιλικά σπίτια,διασκεδάζουν στα φεστίνια ή παριστάνουν καθ'οδόν θεατρικά έργα.Οι θεατρικές αυτές παραστάσεις λέγονται Ομιλίες.
Στις ομιλίες στήνονταν προχειρες σκηνές στις πλατείες και στα πλατώματα,με λιόπανα,κλαριά και λουλούδια και διακωμωδούσαν κοινωνικά επεισόδια ή αναπαρίσταναν χαρακτηριστικές γιορτές του νησιού. Οι πιο συνηθισμένες ήταν ο Ερωτόκριτος, η Ερωφίλη,η θυσία του Αβραάμ, η Χρυσαυγή, ο Κρίνος και η Ανθία,σκηνές από το Χάση, ο Γάμος του Κοντογιαννάκη μετά της Αγγελικούλας Μοτση, η Κακκάβα κ.α. Επίσης αναπαρίσταναν τον Κινέζικο Γάμο σε κάρα,το Πανηγύρι Του Αγίου
Λύπιου, το Φαβραρείο, την Τράτα ,τους Γαμπρούς και άλλα.
Από τις υπαίθριες διασκεδάσεις ξεχωριστή θέση είχαν Το Γαϊτάνι και η Γαϊδουροκαβάλα. Το γαϊτανάκι ήταν ένας ξυλινος ιστός από τον οποίον ξεκινούσαν μακριές χρωματιστές ταινίες,τις άκρες των οποίων κρατούσαν προσωπιδοφόροι,οι οποίοι χόρευαν μέχρι οι ταινίες να πλεχτούν και τανάπαλιν.Στη γαϊδουροκαβάλα προσωπιδοφόποι καθισμένοι πάνω σε γαϊδούρια περιφέρονταν στη πόλη παριστάνοντας χωριάτικους γάμους.
Τόποι ξεφαντώματος για τους ευγενείς ήταν οι "Λέσχες",ενώ για τους ανθρώπους του λαού ¨οιΚαβαλκίνες" και τα "Βελλιόνια".
Η ίδρυση των Λεσχών αυτών χρονολογείται από την εποχή που νέες ιδέες για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα άρχισαν να κλονίζουν τα θεμέλια της Μοναρχίας.Η Ζάκυνθος καταλήφθηκε
από τους δημοκρατικούς Γάλλους. Όταν τέθηκε υπό Αγγλική Προστασία η Επτάνησος ,άρχισαν να
ιδρύονται εταιρείες ή σύλλογοι μερικές από τις οποίες μετέβαλαν με το πέρασμα των χρόνων τον
αρχικό φιλολογικό τύπο τους σε πολιτικό για την ανάπτυξη των πολιτικών κομμάτων.
Η Λέσχη "οΖάκυνθος'που ιδρύθηκε το 1839 ήταν το πάνω καζινο,"Το Ρωμιάνικο" ενώ ο πολιτικός
σύλλογος "Λομβάρδος" που ιδρύθηκε το 1842 ,ήταν το κάτω καζίνο,"Το Λομβαρδιανό". Όσοι
πήγαιναν να διασκεδάσουν στα Καζίνα, θα έπρεπε να είναι συνδρομητές τους και άψογα ντυμένοι,με σκούρο κουστούμι ή με σμόκιν,παπιγιόν και λουστρίνια παπούτσια.
Το πρόγραμματης ορχήστρας ήταν πάντα αναρτημένο,θυμάται ο Κοριατόπουλος; Βαλς,μποστόν,
πόλκα, μαζούρκα,τετράχοροι, λογχισταί δηλαδή λανσιέρηδες.
Την Πέμπτη των Απόκρεω γιορταζόταν όπως και σήμερα άλλωστε η Τσικνοπέμπτη. Την ημέρα
αυτή τρώνε ψημένο στα κάρβουνα κρέας"τσικνιστό" και ¨τσουκνίζονται" τα παιδιά με τσουκνίδες.
Την Πέμπτη της Τυρινής γινόταν ο χορός του Πρασίνου,που τον διοργάνωνε η Φιλοδασική Εταιρία
,η οποία έβαζε πάντα σε λαχειοφόρο ένα αρνί. Οι γυναίκες φορούσαν μεγάλα χάρτινα λουλούδια στα ντομινά τους. Τώρα που καίνε τα δάση δεν υπάρχει φαίνεται και η φιλοδασική για να διοργανώνει
πια χορό.
Την τελευταία Κυριακή δε γινόταν απογευματινός χορός.Ήταν όμως "ελευθέρα" η είσοδος του κόσμου στα Καζίνα,που μπαινόβγαινε στα σαλόνια τους,μασκαρεμένος ή όχι, έπαιρνε το γλυκό του,συζητούσε , κουτσομπόλευε.Την Κυριακή αυτή , κατ'εξαίρεση, μπορούσαν να πάνε στο βραδινό χορό τα παιδιά των συνδρομητών, αφού έδινε άδεια ο Πρόεδρος της Λέσχης.Εκτός των Λεσχών
δίδονταν Εσπερίδες και σε σπίτια Αρχοντικά και σε μερικά των αστών.
Οι μη εγγεγραμμένοι σε Λέσχες,οι άνθρωποι του λαού ,διασκέδαζαν στις λεγόμενες "Καβαλκίνες" ,δηλαδή σε μεγάλες αίθουσες τροποποιημένες κατάλληλα και στιλισμένες αποκριάτικα,με ποτά αλλά και τραπέζια με μεζέδες.
Τέτοιες "Καβαλκίνες " ο Ντίνος Θεοδόσης θυμάται μία στη μεγάλη αίθουσα του Μαρτινέγκειου Ιδρύματος στην πλατεία Ρούγα, μία άλλη στην οδό Φωσκόλου, και μια τρίτη δίπλα στην εκκλησία των Αγίων Πάντων.
Τόσο στις Λέσχες όσο και στις Καβαλκίνες υπήρχαν ιδιαίτερες αίθουσες για χαρτοπαιξία. Άλλες μικρότερες αίθουσες πυ χόρευαν και γλεντούσαν οι άνθρωποι του λαού, υπήρχαν επίσης στον Άμμο
στον Άγιο Λάζαρο και στην Αγία Τριάδα. Μετά το σεισμό άρχισαν οι αποκριάτικοι χοροί πρώτα
μέσα σε τολ,στους οικισμούς του Ξιφίτα και της Παναγούλας. Όταν κατασκευάστηκε το Πνευματικό
Κέντρο,άρχισαν να γίνονται εκεί καρναβαλικές εκδηλώσεις με χοροεσπερίδες.
Οι Αποκριές έπαυαν την Κυριακή της Τυρινής. Στις 6 μ.μ σήμαινε η μεργάλη κα μπάνα του κωδωνοστασίου Των Αγίων Πάντων, ενώ συγχρόνως στα σιδερένια κάγκελα του μπαλκονιού κρεμούσαν ένα παράξενο στεφάνι φτιαγμένο από λιγα μάτσα μαρούλι, σκόρδο ,κρεμμμύδια και ρουμάνες, δηλωτικό της έναρξης τηςΝηστείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Το Βράδυ γινόταν το πόβερο καρναβάλι δηλαδή η κηδεία του Καρνάβαλου. Μπροστά πήγαινε η
μουσική παίζοντας πένθιμα ,ακολουθούσε πλήθος μαυροφορεμένων μασκαράδων και φέρετρο
πάνω στο οποίο ήταν ξαπλωμενη μάσκα. Τις ταινίες του φερέτρου κρατούσαν τέσσερις άρχοντες
και ακολουθούσε αυτός που παρίστανε το βασιλιά με την ακολουθία του κρατώντας λαμπάδες και φανούς.Άντρες και γυναίκες μέσα στο συνοστιζόμενο πλήθος, χτυπώντας κουδουνάκια, φώναζαν;΄
Povero carnavale.Η πένθιμη ακολουθία του καρνάβαλου περνούσε από τους κυριότερους δρόμους της πόλης και κατέληγε στη ν πλατεία του ποιητή(σημερινή Αγιου Μάρκου),όπου ο κόσμος διαλυόταν μέσα σε ευχές και ευθυμία.
Τα μεσάνυχτα ακριβώς τελείωνε η περίοδος των Απόκρεω,ενώ οι καμπάνες των μεγαλύτερων κωδωνοστασίων της πόλης χτυπώντας πένθιμα και μονότονα ανήγγειλαν την έναρξη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.Ο Ρώμας θυμάται με νοσταλγία διαφορετικά σημάσματα των καμπάνων;΄Το βουβάτο,το αμυγδαλάτο, το χήρεμα,το κομματι,το τεμποσπαλιάτο,το κουτσό.
Το μεσημέρι της ημέρας αυτής ,και κάποιοι ζακυνθινοί που θέλουν να διατηρήσουν τη παράδοση,
τρώνε και σήμερα, ψάρι με σκορδαλίά(αλιάδα) και το βράδυ ψητό στο φούρνο με μακαρόνια χοντρά
και ένα αυγό σφιχτό,που στο τσόφλι του πίνουν κρασί.
Ο Ζώης αναφέρει ότι το βράδυ της Κυριακής της Τυρινής προς την καθαρά Δευτέρα,όταν καθίσουν στο τραπέζι, ο οικοδεσπότης ή κάποιος άλλος,παραγγέλλει να φάνε τρεις πιρουνιές για το βράδυ εκείνο μακαρόνια και να κρατήσουν κατόπιν το τραπεζομάντηλο και ρωτάτρεις φορές τους παρισταμένους;΄"Εφάγατε" κι εκείνοι απαντούν "εφάγαμε" "Εχορτάσατε;΄" "εχορτάσαμε". Κατόπιν λέει:¨"τον Κύριο δοξάσατε" και εξακολουθεί η πανδαισία. Τη νύχτα αυτή δε ξεστρώνουν το τραπέζι
και αφήνουν σ'αυτό τ'αποφάγια γιατί λένε "ότι έρχονται οι ψυχές των νεκρών και τρώνε".
Όπως φαίνεται από τα κείμενα που αντλήθηκαν τα ιστορικά στοιχεία, το Ζακυνθινό Καρναβάλι ήταν συνυφασμένο με την ίδια τη ζωή των Ζακυνθινών,γιατί σ'αυτό έβρισκε μια ευκαιρία για ν'αφήσει πίσω τα κακώς κείμενα της καθημερινής του ζωής!
Ιόνιος Κυβέρνηση εξαιτίας των οργίων,που γίνονταν στη διάρκει των Απόκρεω,τις περιόρισαν τις δύο τελευταίες εβδομάδες.Μετά την Ένωση της Επτανήσου προστέθηκε μία ακόμα εβδομάδα,αυτή του Ασώτου,αλλά η απόπειρα αυτή απέτυχε.
Το Καρναβάλι τελικά διαρκεί δεκαπέντε μέρες που ορίζονται ανάμεσα στις Κυριακές του Ασώτου ή Γουρουνοκυριακή, των Απόκρεω και της Τυρινής.
Κατά τη διάρκεια του Καρναβαλιού η διαστρωματωμένη κοινωνία εκείνης της εποχής,καταρρίπτει όλους τους περιορισμούς. Άντρες και γυναίκες,ποπολάροι και ευγενείς γίνονται όλοι ίσοι και διασκεδάζουν με κοινό παρονομαστή, τη όπερα,τη μάντσια και τις σερενάτες.
"Στο συρτάρι του κομμού της πιο φτωχειάς Ζακυνθινιάς,σ'ένα μπογαλάκι κρυμμένο έξω από "τα προικιά", που με τόσο κόπο φαίνει ολοχρονικής, θα βρείτε την κλασική "σκευή",το μαύρο μεταξωτό ντόμινο,ένα ζευγάρι μεταξωτές κάλτσες,λουστρίνια σκαρπίνια και τη "μωρέττα",τη μάσκα, όλες το ίδιο!"(Διονύσης Ρώμας)
Φορώντας τη μπαρμπούτα( είδος προσωπίδας,πέπλου,καλυπτρας) τη μπαούτα (είδος μαύρου μανδύα,μακριού και μεταξωτού με μπέρτα και κουκούλα στο κεφάλι, που σκέπαζε το τρικαντό) και τη μωρέττα-μάσκα,γυναίκες και ανδρες, οι ¨"μάσκαρες¨"και οι "ντετόροι" ξεχύνονται στους δρόμους της πόλης,επισκέπτονται τα φιλικά σπίτια,διασκεδάζουν στα φεστίνια ή παριστάνουν καθ'οδόν θεατρικά έργα.Οι θεατρικές αυτές παραστάσεις λέγονται Ομιλίες.
Στις ομιλίες στήνονταν προχειρες σκηνές στις πλατείες και στα πλατώματα,με λιόπανα,κλαριά και λουλούδια και διακωμωδούσαν κοινωνικά επεισόδια ή αναπαρίσταναν χαρακτηριστικές γιορτές του νησιού. Οι πιο συνηθισμένες ήταν ο Ερωτόκριτος, η Ερωφίλη,η θυσία του Αβραάμ, η Χρυσαυγή, ο Κρίνος και η Ανθία,σκηνές από το Χάση, ο Γάμος του Κοντογιαννάκη μετά της Αγγελικούλας Μοτση, η Κακκάβα κ.α. Επίσης αναπαρίσταναν τον Κινέζικο Γάμο σε κάρα,το Πανηγύρι Του Αγίου
Λύπιου, το Φαβραρείο, την Τράτα ,τους Γαμπρούς και άλλα.
Από τις υπαίθριες διασκεδάσεις ξεχωριστή θέση είχαν Το Γαϊτάνι και η Γαϊδουροκαβάλα. Το γαϊτανάκι ήταν ένας ξυλινος ιστός από τον οποίον ξεκινούσαν μακριές χρωματιστές ταινίες,τις άκρες των οποίων κρατούσαν προσωπιδοφόροι,οι οποίοι χόρευαν μέχρι οι ταινίες να πλεχτούν και τανάπαλιν.Στη γαϊδουροκαβάλα προσωπιδοφόποι καθισμένοι πάνω σε γαϊδούρια περιφέρονταν στη πόλη παριστάνοντας χωριάτικους γάμους.
Τόποι ξεφαντώματος για τους ευγενείς ήταν οι "Λέσχες",ενώ για τους ανθρώπους του λαού ¨οιΚαβαλκίνες" και τα "Βελλιόνια".
Η ίδρυση των Λεσχών αυτών χρονολογείται από την εποχή που νέες ιδέες για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα άρχισαν να κλονίζουν τα θεμέλια της Μοναρχίας.Η Ζάκυνθος καταλήφθηκε
από τους δημοκρατικούς Γάλλους. Όταν τέθηκε υπό Αγγλική Προστασία η Επτάνησος ,άρχισαν να
ιδρύονται εταιρείες ή σύλλογοι μερικές από τις οποίες μετέβαλαν με το πέρασμα των χρόνων τον
αρχικό φιλολογικό τύπο τους σε πολιτικό για την ανάπτυξη των πολιτικών κομμάτων.
Η Λέσχη "οΖάκυνθος'που ιδρύθηκε το 1839 ήταν το πάνω καζινο,"Το Ρωμιάνικο" ενώ ο πολιτικός
σύλλογος "Λομβάρδος" που ιδρύθηκε το 1842 ,ήταν το κάτω καζίνο,"Το Λομβαρδιανό". Όσοι
πήγαιναν να διασκεδάσουν στα Καζίνα, θα έπρεπε να είναι συνδρομητές τους και άψογα ντυμένοι,με σκούρο κουστούμι ή με σμόκιν,παπιγιόν και λουστρίνια παπούτσια.
Το πρόγραμματης ορχήστρας ήταν πάντα αναρτημένο,θυμάται ο Κοριατόπουλος; Βαλς,μποστόν,
πόλκα, μαζούρκα,τετράχοροι, λογχισταί δηλαδή λανσιέρηδες.
Την Πέμπτη των Απόκρεω γιορταζόταν όπως και σήμερα άλλωστε η Τσικνοπέμπτη. Την ημέρα
αυτή τρώνε ψημένο στα κάρβουνα κρέας"τσικνιστό" και ¨τσουκνίζονται" τα παιδιά με τσουκνίδες.
Την Πέμπτη της Τυρινής γινόταν ο χορός του Πρασίνου,που τον διοργάνωνε η Φιλοδασική Εταιρία
,η οποία έβαζε πάντα σε λαχειοφόρο ένα αρνί. Οι γυναίκες φορούσαν μεγάλα χάρτινα λουλούδια στα ντομινά τους. Τώρα που καίνε τα δάση δεν υπάρχει φαίνεται και η φιλοδασική για να διοργανώνει
πια χορό.
Την τελευταία Κυριακή δε γινόταν απογευματινός χορός.Ήταν όμως "ελευθέρα" η είσοδος του κόσμου στα Καζίνα,που μπαινόβγαινε στα σαλόνια τους,μασκαρεμένος ή όχι, έπαιρνε το γλυκό του,συζητούσε , κουτσομπόλευε.Την Κυριακή αυτή , κατ'εξαίρεση, μπορούσαν να πάνε στο βραδινό χορό τα παιδιά των συνδρομητών, αφού έδινε άδεια ο Πρόεδρος της Λέσχης.Εκτός των Λεσχών
δίδονταν Εσπερίδες και σε σπίτια Αρχοντικά και σε μερικά των αστών.
Οι μη εγγεγραμμένοι σε Λέσχες,οι άνθρωποι του λαού ,διασκέδαζαν στις λεγόμενες "Καβαλκίνες" ,δηλαδή σε μεγάλες αίθουσες τροποποιημένες κατάλληλα και στιλισμένες αποκριάτικα,με ποτά αλλά και τραπέζια με μεζέδες.
Τέτοιες "Καβαλκίνες " ο Ντίνος Θεοδόσης θυμάται μία στη μεγάλη αίθουσα του Μαρτινέγκειου Ιδρύματος στην πλατεία Ρούγα, μία άλλη στην οδό Φωσκόλου, και μια τρίτη δίπλα στην εκκλησία των Αγίων Πάντων.
Τόσο στις Λέσχες όσο και στις Καβαλκίνες υπήρχαν ιδιαίτερες αίθουσες για χαρτοπαιξία. Άλλες μικρότερες αίθουσες πυ χόρευαν και γλεντούσαν οι άνθρωποι του λαού, υπήρχαν επίσης στον Άμμο
στον Άγιο Λάζαρο και στην Αγία Τριάδα. Μετά το σεισμό άρχισαν οι αποκριάτικοι χοροί πρώτα
μέσα σε τολ,στους οικισμούς του Ξιφίτα και της Παναγούλας. Όταν κατασκευάστηκε το Πνευματικό
Κέντρο,άρχισαν να γίνονται εκεί καρναβαλικές εκδηλώσεις με χοροεσπερίδες.
Οι Αποκριές έπαυαν την Κυριακή της Τυρινής. Στις 6 μ.μ σήμαινε η μεργάλη κα μπάνα του κωδωνοστασίου Των Αγίων Πάντων, ενώ συγχρόνως στα σιδερένια κάγκελα του μπαλκονιού κρεμούσαν ένα παράξενο στεφάνι φτιαγμένο από λιγα μάτσα μαρούλι, σκόρδο ,κρεμμμύδια και ρουμάνες, δηλωτικό της έναρξης τηςΝηστείας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Το Βράδυ γινόταν το πόβερο καρναβάλι δηλαδή η κηδεία του Καρνάβαλου. Μπροστά πήγαινε η
μουσική παίζοντας πένθιμα ,ακολουθούσε πλήθος μαυροφορεμένων μασκαράδων και φέρετρο
πάνω στο οποίο ήταν ξαπλωμενη μάσκα. Τις ταινίες του φερέτρου κρατούσαν τέσσερις άρχοντες
και ακολουθούσε αυτός που παρίστανε το βασιλιά με την ακολουθία του κρατώντας λαμπάδες και φανούς.Άντρες και γυναίκες μέσα στο συνοστιζόμενο πλήθος, χτυπώντας κουδουνάκια, φώναζαν;΄
Povero carnavale.Η πένθιμη ακολουθία του καρνάβαλου περνούσε από τους κυριότερους δρόμους της πόλης και κατέληγε στη ν πλατεία του ποιητή(σημερινή Αγιου Μάρκου),όπου ο κόσμος διαλυόταν μέσα σε ευχές και ευθυμία.
Τα μεσάνυχτα ακριβώς τελείωνε η περίοδος των Απόκρεω,ενώ οι καμπάνες των μεγαλύτερων κωδωνοστασίων της πόλης χτυπώντας πένθιμα και μονότονα ανήγγειλαν την έναρξη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.Ο Ρώμας θυμάται με νοσταλγία διαφορετικά σημάσματα των καμπάνων;΄Το βουβάτο,το αμυγδαλάτο, το χήρεμα,το κομματι,το τεμποσπαλιάτο,το κουτσό.
Το μεσημέρι της ημέρας αυτής ,και κάποιοι ζακυνθινοί που θέλουν να διατηρήσουν τη παράδοση,
τρώνε και σήμερα, ψάρι με σκορδαλίά(αλιάδα) και το βράδυ ψητό στο φούρνο με μακαρόνια χοντρά
και ένα αυγό σφιχτό,που στο τσόφλι του πίνουν κρασί.
Ο Ζώης αναφέρει ότι το βράδυ της Κυριακής της Τυρινής προς την καθαρά Δευτέρα,όταν καθίσουν στο τραπέζι, ο οικοδεσπότης ή κάποιος άλλος,παραγγέλλει να φάνε τρεις πιρουνιές για το βράδυ εκείνο μακαρόνια και να κρατήσουν κατόπιν το τραπεζομάντηλο και ρωτάτρεις φορές τους παρισταμένους;΄"Εφάγατε" κι εκείνοι απαντούν "εφάγαμε" "Εχορτάσατε;΄" "εχορτάσαμε". Κατόπιν λέει:¨"τον Κύριο δοξάσατε" και εξακολουθεί η πανδαισία. Τη νύχτα αυτή δε ξεστρώνουν το τραπέζι
και αφήνουν σ'αυτό τ'αποφάγια γιατί λένε "ότι έρχονται οι ψυχές των νεκρών και τρώνε".
Όπως φαίνεται από τα κείμενα που αντλήθηκαν τα ιστορικά στοιχεία, το Ζακυνθινό Καρναβάλι ήταν συνυφασμένο με την ίδια τη ζωή των Ζακυνθινών,γιατί σ'αυτό έβρισκε μια ευκαιρία για ν'αφήσει πίσω τα κακώς κείμενα της καθημερινής του ζωής!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου