Οι πρώτες συγκλονιστικές μαρτυρίες
12-8-1953: Πρωί -πρωί ,θαρρώ, Τετάρτης,η πόλη της Ζακύνθου σειέται ,τραντάζεται για αρκετά δευτερόλεπτα από τον πρώτο μεγάλο σεισμό των 6,9 ρίχτερ. Η μητέρα μου βλέπει το σανιδένιο ταβάνι του πάνω ορόφου που μέναμε στο σπίτι του "Πεσάδου" να πέφτει και να το συγκρατεί η δίφυλλη ντουλάπα γιαυτό και δε μας καταπλάκωσε όλους μας (εμένα,ταάλλα τρία μου αδέλφια και τη μητέρα μου).Μόλις σταματά η δόνηση μας κατεβάζει απ'την εσωτερική ξύλινη σκάλα ,κάτω ,έξωστις κολώνες του Άμμου και απ'εκεί απέναντι στην πλατεία των Ευκαλύπτων,δίπλα από το σχολείο
που φοιτούσα ,το 3ο του Άμμου όπως λεγόταν,το οποίο δεν έπαθε απολύτως ούτε ρωγμή
.Κατά τις
εντεκάμιση νέα σεισμική δόνηση 7,2Ρ,όπου αρχίζουν να σωριάζονται τα σπίτια ,μικρά,μεγάλα,
εκκλησίες, αρχοντικά,από το ένα άκρο της πόλης έως το άλλο.
Βρέθηκε ,τότε αρκετός κόσμος
εγκλωβισμένος μέσα στα χαλάσματα,μη φανταζόμενος ότι θα ακολουθούσε τέτοιας έντασης σεισμός. Πολλά μαγέρικα στου Αη-Γιανιού το καντούνι λειτουργούσαν βράζοντας κουκιά-(λόγω
δεκαπενταύγουστου) και λέγεται ότι από τις κουζίνες των μαγειρείων εκείνων ,οι οποίες γκρεμιστήκαν,ξεκίνησε η μεγάλη καταστροφική πυρκαγιά η οποία αποτέφρωσε κυριολεκτικά την όμορφη πόλη και όλους όσους κατοίκους είχαν εγκλωβιστεί στα ερείπια μετά και την τρίτη "χαριστική"δόνηση των 7,3 Ρίχτερ που έγινε στις δυόμιση το μεσημέρι την ίδια μέρα.
Αρχίζει λοιπόν "Η Δαντική Κόλαση". Σηκώνεται ξαφνικά ένα σύννεφο καπνού και σκόνης και σκο
τεινιάζει η μέρα ,φωνές ,κλάματα,ακούγονται από παντού... Γρήγορα, εγώ ,εντεκάχρονος,φοβισμένος
τρέχω στην οικογενειά μου,όπου με μεγάλο πλήθος ,άλλων "δυστυχισμένων" μας κατευθύνουν να
βγούμε το γρηγορότερο έξω ,μακριά απ'την πόλη. Φωνές ,λοιπόν ,παραγγέλματα, οδηγίες μας
ακολουθούσαν στη πορεία μας προς τη έξοδο απ'την πόλη για να γλυτώσουμε απ'την καιόμενη
κακομοίρα πόλη.Ελάχιστα ,πριν τη μεγάλη βοή και κρότο όλος ο συφερτός των δυστυχισμένων
βρισκόμαστε στον παραλιακό δρόμο απέναντι απ'το μεγαλόπρεπο καμπαναριό του Αγίου Διονυσίου
και με κρατημένη την αναπνοή μας αντικρύζαμε το γκρέμισμα του 32 μέτρων ύψους καμπαναριού
απ'τη μέση ακριβώς καικάτω.Ναι! Σωριαζόταν μπροστά στα μάτια μας το υπέροχο αυτό αρχιτεκτόνημα κάθετα προς το έδαφος και όχι οριζόντια --με τη θαυματουργική επέμβαση Του
Αγίου μας Διονυσίου, προστάτη του νησιού---και πέφτοντας κάτω άνοιξε "κρατήρα ,διαμετρου
τριών μέτρων με τις καμπάνες να μη θριματίζονται με αποτέλεσμα να μη θρηνήσουμε κανέναν
τραυματία ούτε νεκρό καθαρά από θεία επέμβαση,γιατί αν θριματιζόταν κατά την πτώση στο
έδαφος αυτός οτεράστιος όγκος εκτός του πανικού θα σκορπούσε και θάνατο.Δεν το ξέχασα ποτέ
αυτό που βίωσα τότε ,εντεκάχρονο παιδάκι,μέχρι σήμερα.
Δεν γράφω ιστορία των σεισμών του 53 ,καταγράφω μαρτυρίες των πρώτων ημερών "της κολάσεως"
που με σημάδεψαν μέχρι τις μέρες μας στη ζωή μου!
Το πλήθος λοιπόν εκείνο "εν εξάλλω καταστάσει" περνάει τη γέφυρα του ποταμιού και κάποιες
εκατοντάδες σαστισμένων ταλαίπωρων, αναμεσά τους και η οικογενειά μου αποτελούμενη από
οκτώ άτομα (ο πατέρας μου,η μάνα μου,τα τέσσερα αδέλφια,ηαδελφή του πατέρα μου και η νόνα μου,-μητέρα του πατέρα μου-) σταθήκαμε ,ύστερα από οδηγίες, στο χώρο που σήμερα είναι οι
σταφιδαποθήκες για να διανυκτερεύσουμε μέχρι νεωτέρας... Πλησιάζοντας βράδυ μας έστησαν
κάπου εκεί στο χώρο μια στρατιωτική σκηνή μεγάλη πολλών ατόμων. Χωρέσαμε λοιπόν στη σκηνή
το πρώτο βράδυ του σεισμού δεκαέξι άτομα ,δυο πολυμελείς οικογένειες. Προσθέστε ,χωρίς φως,
χωρίς κρεβάτια ,χωρίς καθόλου ρουχισμό. Είναι δυνατόν να ξεχαστούν τέτοια βιώματα από ένα
παιδί;
Η πρώτη νύχτα απλώνεται στην άμοιρη ,ξεθεμελιωμένη πόλη. Κανείς μας δεν κλείνει μάτι,
άγρυπνοι παρακολουθούμε τις τεράστιες γλώσσες φωτιάς που ξεπετάγονται από διάφορα σημεία
της ισοπεδωμένης πολιτείας και βρυχώνται να καταπιούν στο διάβα τους κάθε τί πολύτιμο και μή.
Ο ουρανός φωτιζόταν απ'τις εκρήξεις του λαδιού που οι φωτιές κατάπιναν στο περασμά τους ,όταν
συναντούσαν πύλες λαδιού ή οπλοπωλεία που ήταν γεμάτη η οδός Αγιόυ Λαζάρου και η νύχτα
συνέχιζε το θλιβερό της ταξίδι και οι εκρήξεις και οι λάμψεις σαν πυροτεχνήματα λαμπάδιαζαν
ό,τι έβρισκαν μπροστά τους μέχρι το ξημέρωμα. Όλους μας βρήκε η άλλη μέρα άγρυπνους να
αναπνέουμε αποκαϊδια,και η πυρκαγιά συνεχιζόταν... Πώς να ξεχαστούν τέτοιες εικόνες από τη
μνήμη ενός παιδιού;
Επί τρία συνεχή ημερόνυχτα κατέστρεφε ανηλεώς ηπυρκαγιά εκείνη ό,τι συναντούσε στο περασμά της παρά τις φιλότιμες έως συγκινητικές προσπάθειες ενός τάγματος άγγλων πυροσβεστών οι
οποίοι κατέφτασαν με αεροπλάνα και εξοπλισμό και πάλεψαν με το μεγάλο "θηρίο" πληρώνοντας
μάλιστα ως τίμημα της βοηθειάς τους ,συμφωνα με τις φήμες εκείνων των ημερών,οκτώ νεκρούς
δικούς τους ανθρώπους. Αφού η φωτιά επιτέλεσε το έργο της σταμάτησε στο σπίτιμου ,την τέταρτη μέρα,εκεί στις "κολώνες του Αμμου".
Πώς ναμη καταγραφούν δυο μοναδικές μαρτυρίες μετά το σταμάτημα της πύρινης λαίλαπας;
Όντας πρωτόγνωρα σοκαρισμένες οι Αρχές,οι Αρμόδιοι ,οι Υπηρεσίες προέβαιναν σε πράξεις μάλλον απόγνωσης σαν αυτής του ενταφιασμού ενός θύματος του σεισμού,επώνυμου Ζακυνθινού
της οικογενείας Παραόντα,μπροστά απ'τη σκηνή που πρόχειρα μέναμε με την προοπτική να ξεθαφτεί
το πτώμα στίς επόμενες μέρες και να επανενταφιαστεί στο κεντρικό νεκροταφείο της πόλης.Ύστερα
από τρεις ημέρες στις πέντε τα χαράματα ,πριν ξυπνήσει ο οικισμός,ήρθε ένα κάρο με τέσσερις
εργάτες του Δήμου και φτυάρια για να ξεθάψουν τον άτυχο νεκρό. Ήμουν μπροστά ,κάθε περιγραφή
δεν μπορεί να αποδώσει αυτό που είδαν τα παιδικά αθώα μάτια μου. Ένα "τουμπανιασμένο σε
πλήρη αποσύνθεση πτώμα να το τυλίγουν σ'ένα σεντόνι και μετά κόπου να το τοποθετούν στο κάρο...
Εν τω μεταξύ απ'τη δυσωδία όλος ο οικισμός σηκώθηκε "στο πόδι"!
Οι μέρες περνούν οι αρχές του νησιού με πρωτοστάτη την Περιφεριακή Εφορία Προσκόπων Ζακύνθου,χωρίζουν τον πληθυσμό σε τρεις οικιστικές περιοχές για πιο μόνιμη εγκατάσταση ,αυτην
της περιοχής Παναγούλας ,αυτήν του Ξιφίτα και αυτήν των δέντρων του Άμμου και της πλατείας
Σολωμού. Όλοι οι οικισμοί εφοδιάστηκαν με σκηνές για πολλά άτομα η κάθε μια.Θα περνούσαμε
προφανώς τον πρώτο χειμώνα μας ως σεισμόπληκτοι στιςσκηνές...Πώς γιορτάστηκε, αλήθεια, η εορτή του Αγίου
Διονυσίου στις 24 εκείνου του Αυγούστου του53; Με λόγια όσο κι αν προσπαθήσω δεν θα καταφέρω να αποδώσω ούτε την ατμόσφαιρα ούτε το κλίμα! Κατ'αρχήν μέσα στα χαλάσματα περιφερόταν το Άγιο Λείψανο με μεγάλη προσοχή γιατί οι δρόμοι είχαν μεταβληθεί σε σωρούς
ερειπίων ,το Αγιο Λείψανο συνόδευαν λίγοι ιερείς,τα εξαπτέρυγα και οι"τόρτσες" της εκκλησίας του
Αγίου ,η ουρανία και μια ολιγομελής μπάντα παλαιών μουσικών του Δήμου,ο μητροπολίτης και οι
ψαλτάδες του ναού και....πίσω "το πένθιμο" πιστό πλήθος βουβό,με ζωγραφισμένη την αγωνία απ'τη
μια και την ελπίδα απ'την άλλη στο πρόσωπό του,αναπέμποντας δεήσεις σιωπηλά προσευχόμενο
συγχρόνως προς τον Άγιο Διονύσιο τον προστάτη μας να μας λυπηθεί! Μόνο αν ζήσει κανείς
αυτή τη στιγμή θα καταλάβαινε το συναίσθημα που ένιωθα τότε!
Μετά την ολοκληρωτική καταστροφή της πανέμορφης πόλης, άρχισαν οι εργασίες της εκκαθάρισης
απ'τα ερείπια και τα κάθε λογής μπάζα από πέτρες, δοκάρια, κεραμίδια, τούβλα ,τάβλες, πλάκες
πέτρινες ,μαρμάρινες,από το Τάγμα Μηχανικού του Στρατού (την περίφημη Μ.ο.μ.α) που στάλθηκε
στο νησί ύστερα από δυο βδομάδες από τηντεράστια σεισμοθεομηνία. Οι στρατιώτες ξεκίνησαν
αμέσως το έργο τους με τις μπουλντόζες ,τα γερανοφόρα τους και τα φορτηγά αυτοκίνητα (τα ρέο) ,
τα ξέραμε τότε.Να,μια σπουδαία μου εμπειρία: Κάποια μέρα του Σεπτεμβρίου βρισκόμουν μαζί με
τους δικούς μου μπροστά από το σωριασμένο σε σωρούς χαλασμάτων σπίτι μας--είχαμε πληροφορη
θεί ότι τοστρατιωτικόσυνεργείο καθάριζε το οικόπεδο---και προσμέναμε μπας και η μπουλντόζα
ανασύρει κάποιο άθικτο αντικείνενο του σπιτιού μας απ'τα χαλάσματα! Ε!! Μείναμε άφωνοι όλοι μας
ακόμη και οι φαντάροι μας ,όταν ανέσυραν μέσα από μια τρύπα που την προστάτευαν πολλά δοκάρια,
ακέραιο, άθικτο το μαντολίνο του πατέρα μου, μάλιστα οι φαντάροι μας άρχισαν να το γραντζουνάνε...Τί χαρά! Τί ευτυχία!Νιώσαμε τότε όλη η οικογένειά μου που "επέζησε" το οργανάκι και το κρατώ ακόμη στο σπίτι μου σε περίοπτη θέση ως κειμήλιο υψίστης συναισθηματικής αξίας για μένα! Ξεχνιέται λοιπόν τέτοιο βίωμα;
Ο Χειμώνας του53 μας βρήκε μετην οικογενειά μου στο συνοικισμό της Παναγούλας μαζί με πολλούς άλλους '' ομοιοπαθείς συμπολίτες μας".Ως κατοικία μας παραχωρήθηκε πίσω απ'τον
ελαιώνα του μοναστηριού του Καλλιτέρου μια σκηνή πολλών ατόμων και μάλιστα κατά μεγάλη
σύμπτωση ξεχειμωνιάσαμε στην ίδια σκηνή πάλι οι οικογένειες του πατέρα μου και του Πυλαρινού
του Τιμόθεου,του Σπύρου και του Μάκη,σύνολο ατόμων 16.
Το Μηχανικό του Στρατού μπόρεσε και κατασκεύασε το πρώτο ξύλινο παράπηγμα με έξι μικρές
αίθουσες γιατη στέγαση του Δημοτικού Σχολείου απ'το οποίο αποφοιτήσαμε όλοι οι γεννημένοι το
1942 ,και το απολυτήριο το πήραμε απ'τα χέρια του αείμνηστου δασκάλου Ντίνου Βυθούλκα.
Επίσης στήθηκε ένα τολ με λαμαρίνες όπου στεγάστηκε, θα λέγαμε, η ενοριακή εκκλησία του
συνοικισμού της Παναγούλας.Στον οικισμό αυτό έζησε τα επόμενα τρία-τέσσερα χρόνια ένα μεγάλο
μέρος του πληθυσμού της πόλης ,γύρω στις τρεις-τέσσερις χιλιάδες ψυχές. Άλλο τόσο μέρος του
πληθυσμού είχε με τον ίδιο τρόπο και συνθήκες εγκατασταθεί στο οικισμό του Ξιφίτα , μάλιστα
"στυλιώθηκε" σε ξύλινο παράπηγμα το ένα και μοναδικό,τότε ,Εξατάξιο Γυμνάσιο του νησιού.
Ο Χειμώνας του 53-54 ήταν βροχερός. Κάποια λοιπόν μέρα του Δεκεμβρίου που ο καιρός είχε απ'
το πρωί ξεκινήσει Γραιγολεβάντες συνέβη το ακόλουθο περιστατικό που για τη μοναδικοτητά του
καταχωρήθηκε στη μνήμη μου.
Έβρεχε ασταμάτητα εκείνη τη μέρα,έφτασε το βράδυ, έβρεχε ακόμη. Η οικογενειά μου μαζί στην
ίδια σκηνή μ'αυτήν του Πυλαρινού (16 άτομα) κάτω απ'το αμυδρό φως της λάμπας πετρελαίου
προσπαθούσαμε στα πρόχειρα με τρίποδα κατασκευασμένα κρεβάτια μας μπας και κοιμηθούμε,
καθόλου εύκολο μέσα σε μια σκηνή που από παντού "έμπαζε" κρύο και βροχή. Εμείς ωστόσο, τα παιδιά που δε είχαμε την αίσθηση ούτε του φόβου ούτε της κατάστασης μάλλον στη μέση της
νύχτας εκείνης ξυπνήσαμε απότομα και περίεργα αφού νιώθαμε να μας "ριπίζει" η βροχή στην
οποία είμαστε εκτεθημένοι γιατί απλούστατα η βροχή και ο αέρας είχαν "πάρει" τη σκηνή ,δηλαδή, έφυγαν οι πάσαλοι που την κρατούσαν, απ'το χώμα εξαιτίας του ότι τοέδαφος από τη συνεχή βροχή
είχε μεταβληθεί σε λάσπη και δεν μπορούσε να συγκρατήσει το βάρος της σκηνής.Συναγερμός,
είχε σημάνει απ'τους μεγάλους,γονείς κι αδέλφια οι οποίοι "πάσχιζαν" όλη την υπόλοιπη νύχτα και το
πρωί να ξαναστυλιώσουν τη σκηνή πάλι όρθια αφού όλοι μας τελικά μικροί,μεγάλοι είχαμε γίνει
κυριολεκτικά "μούσκεμα"...Μη μου πείτε ,επομένως, πως η μαρτυρία αυτή δεν ήταν μοναδική;
ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΛΙΓΟ ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΕΙΧΑΜΕ ΕΜΠΕΙΡΕΣ ΑΠΟ ΣΕΙΣΜΟΥΣ ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΕΓΩ ΠΙΤΣΙΡΙΚΑ ΓΥΡΩ ΣΤΑ ΕΝΤΕΚΑ ΠΟΥ ΕΖΗΣΑ ΤΟ ΣΕΙΣΜΟ ΤΟΥ 1978 ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΕΓΙΝΕ Η ΑΙΤΙΑ ΝΑ ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΚΑΙ ΝΑ ΣΑΣ ΕΧΩ ΔΑΣΚΑΛΟ ΣΤΗΝ ΕΚΤΗ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφή